Δευτέρα 10 Ιουλίου 2017
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΜΑΡΚΙΑΝΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ (κώδικας App. Gr. IX, 32), του Νίκου Ξένιου
Πετράρχης και κυπριακό ερωτικό ποίημα: MAΡΚΙΑΝΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΒΕΝΕΤΙΑΣ, κώδικας App. Gr. IX, 32 (του Νίκου Ξένιου)
Παιδιά, καλό θα ήταν μια ομάδα δύο ή τριών παιδιών να αναλάβουν την παρακάτω προτεινόμενη εργασία, που είναι συνδυαστική δύο ποιημάτων, ενός ιταλικού της πρώιμης Αναγέννησης και ενός ελληνόφωνου (κυπριακού) της όψιμης Αναγέννησης.
Προς το παρόν περιοριστείτε στο να διαβάσετε τα δεδομένα της εργασίας και μην ξεκινήσετε να τη δουλεύετε.
Από κοντά θα συζητήσουμε το πώς ακριβώς πρέπει να ολοκληρωθεί και το πότε πρέπει να παρουσιαστεί.
Νίκος Ξένιος
Ο Φραντσέσκο Πετράρκα (Πετράρχης, 1304 -1374) διατήρησε στο έργο του Canzoniere (Άσματα) τις αξίες των ανθρωπιστικών σπουδών (“studia humanitatis”), με μοναδική συγγραφική κομψότητα, γνώση της Λατινικής και αγάπη για την Αρχαιότητα: πρόκειται για μια συλλογή από 336 ποιήματα (σονέτα, σεστίνες, μπαλάντες και ωδές), που περιλαμβάνουν τις “Rime in vita” (Στίχοι για τη ζωή) και τις “Rime in morte di Laura” (Στίχοι αφιερωμένοι στον θάνατο της Λάουρα).
Ποιος είναι ο τύπος γυναίκας που περιγράφουν τα παρακάτω ποιήματα;
(σύγκριση ενός σονέτου του Πετράρχη με ένα κυπριακό ερωτικό ποίημα αγνώστου δημιουργού του 16ου αιώνα)
Η Λάουρα υπήρξε το πρότυπο γυναίκας που του ενέπνευσε τον πλατωνικό έρωτα και τη συλλογή “Rime Sparse” στην Αβινιόν της Γαλλίας μετά το τέλος της θητείας του ως ιερωμένου. Στα ποιήματά του ο Πετράρχης εξυμνεί τη Λάουρα, όταν ζούσε και μετά το θάνατό της, περιγράφοντας με άγνωστη ως τότε λεπτότητα την αγάπη του γι' αντήν. Για τον ποιητή η Λάουρα δεν είναι ένα φιλοσοφικό σύμβολο, όπως η Βεατρίκη για το Δάντη στη Θεία Κωμωδία. Ούτε θυμίζει την απρόσιτη δέσποινα της ιπποτικής λυρικής ποίησης. Είναι μια γυναίκα γήινη, για την οποία αισθάνεται μια εντελώς ανθρώπινη αγάπη. Αυτήν ακριβώς εκφράζει και το σονέτο που παραθέτουμε.
Τάχα σε ποιο ουρανό βρήκεν η Φύση
το αχνάρι, για να πλάσει τη θωριά της,
με ιδανική χάρη την ομορφιά της
την αιθέρια στη γη να παραστήσει;
Ποια Νύμφη στις πηγές ή Θεά στη Χτίση
είχε τα ολόξανθα πυκνά μαλλιά της;
και ποια καρδιά τόσες, σαν την καρδιά της,
μυστικές αρετές μπορεί να κλείσει;
Κάλλος θεϊκό στη γη μάταια ζητάει
όποιος το βλέμμα εκείνο δε γνωρίζει
με ποια χάρη σεμνή γλυκοκοιτάζει...
Ο Έρωτας πώς γιατρεύει, πώς κεντρίζει,
δε νιώθει όποιος δεν είδε πώς στενάζει
και πώς μιλεί και πώς χαμογελάει
(μτφρ. Μ. ΣΙΓΟΥΡΟΣ, πηγή: Σχολικό Εγχειρίδιο)
Αυτό ήταν το πρώτο ποίημα, το ιταλικό.
Ας δούμε τώρα και το δεύτερο, το κυπριακό.
Η Κύπρος είναι από τις ελληνικές περιοχές που πρόφτασαν να γνωρίσουν την ευρωπαϊκή αναγέννηση. Με τις σταυροφορίες είχε περάσει στην κατοχή των Φράγκων ιπποτών και έπειτα των Ενετών. Απ' αυτούς την πήραν οι Τούρκοι ύστερα από σκληρούς αγώνες (1571).
Από την τελευταία περίοδο της Ενετοκρατίας (16ος αι.) μας σώθηκε σε χειρόγραφο της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης μια συλλογή λυρικών ποιημάτων, που είναι έντονα επηρεασμένα από την ποίηση του Πετράρχη. Είναι γραμμένα στην κυπριακή διάλεκτο και σε ποικίλες στιχουργικές μορφές που συνηθίζονταν στην Ιταλία κατά την Αναγέννηση (σονέτα, τερτσίνες, οχτάβες κτλ.) Διακρίνονται για το λεπτό τους αίσθημα, το παιγνιδιάρικο ύφος και τον επιδέξιο χειρισμό της γλώσσας.
Πάγω...
Κοντεύγ' η ώρα κι ο καιρός, κυρά μου,
που μέλλει να μισέψω από ξαυτόν σου,
όμως αφήννω* δα στον ορισμόν σου
όλον τον εμαυτόν μου, αγγέλισσά μου.
Μηδέ απορείς, αν εμπορώ, θεά μου,
μισεύγοντα ν' αφήσω εμέν σ' αυτόν σου:
μισεύγω αμμ' όπου πάγω, γοιον δικός σου,
μένουσιν μετά σεν τα πνεύματά μου.
Πάγω, κι αν ένωσες ποτέ σ' εσέναν
πάθος αγάπης, βλέπε την καρδιάμ μου
πας και το σώμαν πιον δεν σε βιγλίσει.
Αν πει κανένας κι άλλην παρά σέναν
αγάπησα ποτέ, πε αχ την μεριάμ μου:
με δίχως την καρδιάν, πώς ν' αγαπήσει;
Απόδοση στη Νεοελληνική
Κοντεύει η ώρα κι ο καιρός, κυρά μου, που θα πρέπει να φύγω από κοντά σου, όμως, άγγελε μου, αφήνω εδώ στους ορισμούς σου όλο τον εαυτό μου.
Και μην απορείς, θεά μου, πώς θα μπορέσω φεύγοντας ν' αφήσω τον εαυτό μου σ' εσένα• φεύγω, αλλά όπου κι αν πάω, σαν δικός σου [που είμαι], μένουν μαζί σου οι σκέψεις μου.
Φεύγω, κι αν κάποτε ένιωσες μέσα σου πάθος αγάπης, φύλαγε την καρδιά μου, γιατί ίσως το σώμα μου δε θα μπορέσει να σε αντικρίσει πια.
Κι αν κάποιος σου πει πως αγάπησα ποτέ κάποιαν άλλη, εκτός από σένα, πες του από μέρους μου: χωρίς την καρδιά του, πώς ήταν δυνατό ν' αγαπήσει;
Ο ποιητής διαβεβαιώνει πριν την αναχώρησή του την αγαπημένη του πως αφήνει στη διάθεσή της όλον τον εαυτό του (στ. 3-4, όμως αφήννω δα στον ορισμόν σου όλον τον εμαυτόν μου, αγγέλισσά μου), πως είναι δικός της (στ. 7, μισεύγω αμμ' όπου πάγω), της αφήνει όλη του τη σκέψη (στ. 8, μένουσιν μετά σεν τα πνεύματά μου), της αφήνει την καρδιά του, που είναι γεμάτη από την αγάπη του γι' αυτήν, για να τη διαφυλάξει (στ. βλέπε την καρδιά μου) και ότι δεν πρόκειται να αγαπήσει άλλη, αφού αυτό είναι αδύνατο (στ. αν πει κανένας κι άλλην παρά σέναν αγάπησα ποτέ, πε αχ την μεριάμ μου: με δίχως καρδιάν, πώς ν' αγαπήσει;). Eπιπλέον, δίνονται διαβεβαιώσεις της αγάπης και με έμμεσο τρόπο. Χρησιμοποιώντας προσφωνήσεις, ο ποιητής δηλώνει την αγάπη και την αφοσίωσή του στην αγαπημένη του (στ. 1, κυρά μου, στ. 4, αγγέλισσά μου, στ. 5, θεά μου).
Διαβάστε το και προσπαθήστε, αφενός να το μεταφράσετε, κι αφετέρου να βρήτε τα κοινά σημεία ανάμεσα στο κυπριακό ερωτικό και στο σονέτο του ίδιου του Πετράρχη.
Σας δίνω πληροφορίες για τα κυπριακά ερωτικά ποιήματα:
Ως κυπριακά ερωτικά ποιήματα είναι γνωστά 156 ποιήματα του 16ου αι. γραμμένα στην κυπριακή διάλεκτο που έχουν παραδοθεί σε έναν χειρόγραφο κώδικα. Ο δημιουργός των ποιημάτων είναι ανώνυμος και η χρονολόγησή τους είναι αβέβαιη. Περίπου 30 από τα ποιήματα είναι μεταφράσεις ιταλικών ποιημάτων και τα 10 από αυτά είναι μεταφράσεις ποιημάτων του Πετράρχη. Και στα άλλα όμως ποιήματα είναι φανερή η επίδραση του πετραρχισμού και της ιταλικής μετρικής. Τα ποιήματα αυτά είναι κάποια από τα πρώτα δείγματα λογοτεχνικής καλλιέργειας της ομιλουμένης γλώσσας με υψηλό αισθητικό αποτέλεσμα. Πέρα όμως από την αισθητική τους αξία, είναι μεγάλη και η ιστορική τους σημασία, αφ’ ενός ως γλωσσικών μνημείων και αφ’ ετέρου επειδή σε αυτήν την συλλογή απαντώνται τα πρώτα ελληνικά σονέτα.
Τα κείμενα παραδίδονται σε ένα μόνο έγγραφο/πηγή :στο χειρόγραφο της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας, τον κώδικα App. Gr. IX, 32. Το χειρόγραφο, που δεν είναι το πρωτότυπο χειρόγραφο της συλλογής, ανήκε στον Ιταλό λόγιο Natale Conti (1520-1582) και δεν αναφέρει πληροφορίες για τον αντιγραφέα ή τον συγγραφέα των ποιημάτων. Το χειρόγραφο περιέχει πολλά ορθογραφικά λάθη (ακολουθεί σχεδόν φωνητική ορθογραφία), είναι τελείως άτονο και δεν έχει σημεία στίξης.
Η χρονολογία θανάτου του Conti (1582) είναι το οριστικό χρονικό όριο πριν από το οποίο γράφτηκε το χειρόγραφο, αν και πιθανότατα η αντιγραφή του κειμένου είχε ολοκληρωθεί μέχρι την κατάκτηση της Κύπρου από τους Τούρκους το 1571. Από τις χρονολογίες έκδοσης κάποιων ιταλικών ποιημάτων, μεταφράσεις των οποίων υπάρχουν στην συλλογή, προκύπτει το συμπέρασμα ότι η συλλογή καταρτίστηκε γύρω στα μέσα του 16ου αι.
Αβέβαιο είναι το αν η συλλογή αυτή είναι περιέρχει ποιήματα ενός μόνο ποιητή ή και περισσοτέρων. Η πρώτη εκδότρια ολόκληρου του χειρογράφου, Θ. Σιαπκαρά-Πιτσιλλίδη (είχε προηγηθεί έκδοση μερικών ποιημάτων από τον Εμίλ Λεγκράν στον δεύτερο τόμο της Bibliothèque Grecque Vulgaire το 1881) υποστήριξε ότι πρόκειται για έργο ενός ποιητή, ενώ η Ε. Μαθιοπούλου βασιζόμενη σε διαφορετικές τεχνοτροπικές τάσεις που παρατηρούνται στα ποιήματα, υποστηρίζει ότι πρόκειται για συλλογή κειμένων περισσοτέρων ποιητών τα οποία συντέθηκαν κατά την διάρκεια του 16ου αιώνα και συγκεντρώθηκαν στην συλλογή κατά την δεκαετία του 1560. Η ίδια μελετήτρια έχει διακρίνει κάποιες ομάδες ποιημάτων στα οποία διακρίνονται διαφορετικές τάσεις και τοποθετεί την σύνθεση μιας πρώτης ομάδας ποιημάτων με επιδράσεις από πρώιμες πετραρχικές τάσεις γύρω στα πρώτα χρόνια της Ενετοκρατίας στην Κύπρο, δηλαδή στα χρόνια 1489-1510, ενώ σε ομάδα τελευταίων ποιημάτων διακρίνει αναφορές στα ταραγμένα χρόνια 1560-1570.
Μέχρι τώρα έχουν ταυτιστεί περίπου 30 ποιήματα της συλλογής με ιταλικά ποιήματα των οποίων αποτελούν μεταφράσεις[3]. Πρόκειται για μεταφράσεις 10 ποιημάτων του Πετράρχη και 20 μεταφράσεις άλλων ιταλών πετραρχικών ποιητών, όπως του P. Bembo, Αριόστο, G. Sannazzaro και άλλων.
Το μέτρο που χρησιμοποιείται κυρίως είναι το ιαμβικό (σε 137 ποιήματα). 17 ποιήματα είναι γραμμένα σε τροχαϊκό μέτρο και 2 έχουν ανάμεικτo ιαμβικό και τροχαϊκό. Τα περισσότερα ιαμβικά ποιήματα (92) έχουν ενδεκασύλλαβο στίχο, που ήταν ο πιο διαδεδομένος στην ιταλική ποίηση της Αναγέννησης. Αρκετά ποιήματα έχουν δεκατρισύλλαβο και δεκαπεντασύλλαβο στίχο. Τα ποιήματα σε τροχαϊκό μέτρο είναι όλα οκτασύλλαβα, με εξαίρεση ένα 16σύλλαβο, που ουσιαστικά αποτελείται από την συνένωση δύο οκτασύλλαβων στίχων. Η ομοιοκαταληξία χρησιμοποιείται συστηματικά σε όλα τα ποιήματα και συχνά με μεγάλη ποικιλία.
Αξιοσημείωτη είναι η στροφική ποικιλία που εμφανίζεται. Η πλειονότητα των ποιημάτων είναι οκτάβες (ottava), δηλαδή ποιήματα με μία ή περισσότερες στροφές των οκτώ 11σύλλαβων στίχων, εκ των οποίων οι 6 πρώτοι έχουν σταυρωτή και οι δύο τελευταίοι πλεκτή ομοιοκαταληξία. Αξιοσημείωτη είναι η παρουσία 26 σονέτων, των πρώτων σονέτων της νεοελληνικής λογοτεχνίας· άλλες στροφικές μορφές που χρησιμοποιούνται είναι μαδριγάλια, μπαλάντες, σεξτίνες, τερτσίνες και μπαρτσελέτες.
BΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
↑ Th. Siapkaras- Pitsillidés, Le Pétrarchisme en Cypre. Poèmes d' amour en dialecte Chypriote d' après un manuscript du XVIe siècle, Athènes 1975 (2ème édition), σ. 15
↑ Ε. Μαθιοπούλου -Τορναρίτου, «Προτάσεις και παράμετροι για μια νέα έκδοση του κυπριακού αναγεννησιακού Canzoniere της Μαρκιανής», Origini della Letteratura Neograeca, Venezia 1993, σ. 380
↑ Κωνσταντίνος Δημαράς, «Κυπριακά», στο: Κ.Θ.Δημαράς, Σύμμικτα Α' Από την παιδεία στην λογοτεχνία, (επιμ.Αλέξης Πολίτης), Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Αθήνα, 2000, σελ.26
D. Holton, «Μια ιστορία παραμέλησης: η κυπριακή γραμματεία την περίοδο της Βενετοκρατίας», στο: Μελέτες για τον Ερωτόκριτο και άλλα νεοελληνικά κείμενα, Καστανιώτης, Αθήνα 2000, σελ. 237-268
M. Vitti, «Ο μανιερισμός στην Κύπρο», Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Οδυσσέας, Αθήνα 2003, σελ. 64-66
Κωνσταντίνος Δημαράς, «Κυπριακά», στο: Κ.Θ.Δημαράς, Σύμμικτα Α' Από την παιδεία στην λογοτεχνία, (επιμ.Αλέξης Πολίτης), Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Αθήνα, 2000, σελ.24-26
ΞΑΝΑΔΙΝΩ ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΕΡΩΤΙΚΟ (στίχο- στίχο) :
Κοντεύγ' η ώρα κι ο καιρός, κυρά μου
που μέλλει να μισέψω από ξαυτόν σου
όμως αφήννω* δα στον ορισμόν σου
όλον τον εμαυτόν μου, αγγέλισσά μου.
Μηδέ απορείς, αν εμπορώ, θεά μου
μισεύγοντα ν' αφήσω εμέν σ' αυτόν σου:
μισεύγω, αμμ' όπου πάγω, γοιον δικός σου,
μένουσιν μετά σεν τα πνεύματά μου.
Πάγω, κι αν ένωσες ποτέ σ' εσέναν
πάθος αγάπης, βλέπε την καρδιάμ μου
πας και το σώμαν πιον δεν σε βιγλίσει.
Αν πει κανένας κι άλλην παρά σέναν
αγάπησα ποτέ, πε αχ την μεριάμ μου:
με δίχως την καρδιάν, πώς ν' αγαπήσει;
Το 2004 συμπληρώθηκαν 700 χρόνια από τη γέννηση του ποιητή· υπενθυμίζουμε ότι γεννήθηκε στο Αρέτζο, στις 20 Ιουλίου του 1304. Γιος συμβολαιογράφου από την Φλωρεντία, εξόριστου για πολιτικούς λόγους, πήρε την εκπαίδευσή του στο Carpentras και στο Μονπελιέ, όπου σπούδασε νομικά. Το 1320 επέστρεψε στην Μπολώνια της Ιταλίας, για να συνεχίσει τις νομικές σπουδές με τον αγαπημένο αδερφό του Γκεράρδο, αλλά έπειτα από τέσσερα χρόνια τις διέκοψε, σκοπεύοντας να αφιερωθεί αποκλειστικά στις κλασσικές σπουδές. Για τα επόμενα 30 χρόνια περίπου, ο ποιητής έζησε μεταξύ Ιταλίας και Γαλλίας χωρίς να παραλείψει πολλά ταξίδια στη Βόρεια Ευρώπη. Το 1353 αποφάσισε να επανεγκατασταθεί στην Ιταλία, πρώτα στο Μιλάνο, μετά στην Πάδοβα και έπειτα στη Βενετία (όπου το κράτος του παραχώρησε ένα σπίτι, με αντάλλαγμα τη μετά θάνατον δωρεά όλων των βιβλίων του στην πόλη). Τα τελευταία χρόνια της ζωής του επέλεξε ως τόπο διαμονής το Αρκουά (Arquà), όπου έζησε σε απομόνωση προκειμένου να αφιερωθεί με ηρεμία στις λογοτεχνικές του ασχολίες. Εκεί, πέθανε τη νύχτα της 18ης Ιουλίου του 1374.
Στην Προβηγκία, το 1327, ο Πετράρχης γνώρισε τη Λάουρα. Ο έρωτάς του για αυτήν αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης ολόκληρης της ποιητικής του παραγωγής στα ιταλικά. Τα αφιερωμένα στη Λάουρα ποιήματα περιέχονται στο Canzoniere ή Rerum Vulgarium Fragmenta (τίτλος που προτιμούσε ο ποιητής), που αποτελείται από 317 σονέτα, 29 τραγούδια, 9 sestine, 7 μπαλλάντες και 4 μαδριγάλια. Ο Πετράρχης εργάστηκε πάνω σε αυτά όλη τη διάρκεια της ζωής του, από το 1335 μέχρι τον θάνατό του.
Το ποίημα είναι γεμάτο από εικόνες. Ο Πετράρχης, στο πρώτο μέρος, περιγράφει την ελαφράδα της άνοιξης, και στο δεύτερο, αντιθετικό μέρος, τη θλίψη του για το χαμό της αγαπημένης του Laura. Ο Marenzio μελοποιεί με ευαισθησία όλες τις αποχρώσεις του κειμένου: με ένα σύντομο μέλισμα κάνει "ν’ ανθίζουν τα λουλούδια", κάνει τα πουλιά να κελαηδούν με τρίτες και με έκτες, και ακολουθεί τη δομή του ποιήματος με σύντομες διατονικές μελωδικές φράσεις.
Τάχα σε ποιο ουρανό βρήκεν η Φύση
το αχνάρι, για να πλάσει τη θωριά της,
με ιδανική χάρη την ομορφιά της
την αιθέρια στη γη να παραστήσει;
Ποια Νύμφη στις πηγές ή Θεά στη Χτίση
είχε τα ολόξανθα πυκνά μαλλιά της;
και ποια καρδιά τόσες, σαν την καρδιά της,
μυστικές αρετές μπορεί να κλείσει;
Κάλλος θεϊκό στη γη μάταια ζητάει
όποιος το βλέμμα εκείνο δε γνωρίζει
με ποια χάρη σεμνή γλυκοκοιτάζει...
Ο Έρωτας πώς γιατρεύει, πώς κεντρίζει,
δε νιώθει όποιος δεν είδε πώς στενάζει
και πώς μιλεί και πώς χαμογελάει
(μτφρ. Μ. ΣΙΓΟΥΡΟΣ)
Francesco Petrarca «Λάουρα»
Έρωτα, ιδές τη νια που μας δοξάζει
κι είν’ όλη περηφάνια και καμάρι,
κοίτα τη γλύκα που έχει και τι χάρη
κι είναι σαν λάμψη που ο ουρανός σταλάζει.
Κοίταξε με τι σπάνια τέχνη βάζει
το χρυσάφι και το μαργαριτάρι
και πώς σιγά με ανάλαφρο ποδάρι
περπατεί και πώς στρέφει και κοιτάζει.
Κάτω απ’ τα δέντρα τα πυκνογυρμένα,
χορτάρια κι άνθη που τη γη στολίζουν
να τα πατήσει την παρακαλούνε.
Φεγγοβολούν τα αιθέρια μαγεμένα,
γιατί εκεί που τα μάτια της θωρούνε
τόση γαλήνη κι ομορφιά χαρίζουν.
[Μετάφραση: Μαρίνος Σιγούρος]
Ι vidi in terra angelici costumi
et celesti bellezze al mondo sole,
tal che di rimembrar mi giova et dole,
ché quant'io miro par sogni, ombre et fumi;
et vidi lagrimar que' duo bei lumi,
ch'àn fatto mille volte invidia al sole;
et udí' sospirando dir parole
che farian gire i monti et stare i fiumi.
Amor, Senno, Valor, Pietate, et Doglia
facean piangendo un piú dolce concento
d'ogni altro che nel mondo udir si soglia;
ed era il cielo a l'armonia sí intento
che non se vedea in ramo mover foglia,
tanta dolcezza avea pien l'aere e 'l vento.
[Είδα αγγελική αρετή στη γη
και παραδείσια ομορφιά σε γήινο έδαφος,
ώστε είμαι θλιμμένος και γεμάτος χαρά με την ανάμνηση αυτή,
κι αυτό που βλέπω μοιάζει με όνειρο, σκιά, καπνό∙
και είδα δύο αξιαγάπητα μάτια που δάκρυσαν,
που έκαναν τον ήλιο να ζηλέψει χίλιες φορές∙
κι άκουσα λέξεις να αναδύονται ανάμεσα στους αναστεναγμούς,
που έκαναν τα βουνά να κινηθούν και τα ποτάμια να σταματήσουν.
Αγάπη, Κρίση, Στενοχώρια, Αξία και Θρήνος,
έκαναν τη γλυκύτερη χορωδία θρήνου
απ’ οποιαδήποτε άλλη έχει ακουστεί κάτω απ’ το φεγγάρι∙
και ο παράδεισος προσηλωμένος στην αρμονία,
κανένα φύλλο δε φαινόταν να κινείται στα κλαδιά,
τόσο γεμάτοι με γλυκύτητα ήταν ο άνεμος και ο αέρας.]
CCCXXIII
...
Alfin vid'io per entro i fiori et l'erba
pensosa ir sí leggiadra et bella donna,
che mai nol penso ch'i' non arda et treme:
humile in sé, ma 'ncontra Amor superba;
et avea indosso sí candida gonna,
sí texta, ch'oro et neve parea inseme;
ma le parti supreme
eran avolte d'una nebbia oscura:
punta poi nel tallon d'un picciol angue,
come fior colto langue,
lieta si dipartio, nonché secura.
Ahi, nulla, altro che pianto, al mondo dura!
Canzon, tu puoi ben dire:
- Queste sei visïoni al signor mio
àn fatto un dolce di morir desio. -
[Τέλος, είδα μια τόσο αξιαγάπητη και γεμάτη χάρη γυναίκα
να περνά σκεφτική ανάμεσα στα λουλούδια και το γρασίδι,
ώστε δεν μπορώ να τη σκεφτώ χωρίς να φλέγομαι και να τρέμω∙
ταπεινή στον εαυτό της, ήταν υπερήφανη απέναντι στον Έρωτα∙
και φορούσε μια τόσο λευκή εσθήτα
έτσι υφασμένη που έμοιαζε χρυσάφι να έχει ανακατευθεί με χιόνι∙
αλλά το στέμμα στο κεφάλι της
ήταν κρυμμένο από μια σκοτεινή ομίχλη∙
τότε, δαγκωμένη από ένα μικρό φίδι στη φτέρνα,
λύγισε όπως ένα λουλούδι όταν κόβεται,
χαρούμενη και αποφασισμένη να αποχωρήσει.
Ω, τίποτε πέρα από το θρήνο δε διαρκεί σ’ αυτόν τον κόσμο!
Τραγούδι, μπορείς κάλλιστα να πεις:
«Αυτά τα οράματα έδωσαν
στον κύριό μου, μια γλυκιά επιθυμία να πεθάνει.»]
ΣΟΝΕΤΤΟ 82 [ΝΑ Σ’ ΑΓΑΠΩ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΜΕ ΚΟΥΡΑΖΕΙ, ΔΟΝΝΑ]
Να σ’ αγαπώ ποτέ δεν με κουράζει, Δόννα,
κι ούτε θα με κουράσει για όσο θ’ ανασαίνω·
πλην έχω πια τον εαυτό μου μισημένο,
των δε δακρύων μου τα λούκια ώς το γόνα
μού φτάνουν. Σ’ έναν τάφο θέλω να με χώνα-
νε, και στο μάρμαρό του νά ’χει χαραγμένο
ποιός μ’ έβαλε στο χώμα σκέλεθρο λυωμένο
και θύμα αγώνα ερωτικού εις τον αιώνα.
Αν, όθεν, μια καρδιά πιστή να βλέπεις χάμου
ποθείς (μα δίχως να την τυραννάς), σου μένει
-και πάρ’ την να τη λυπηθείς, Κυρά- η καρδιά μου.
Μα αν, πάλι, η περιφρόνησή σου δεν χορταίνει
με αυτό τον τρόπο, τότε ξέχνα τη δικιά μου –
στον Έρωτα θε νά ’ναι και σ’ εμέ δοσμένη.
178 [: ΒΑΣΤΩΝΤΑΣ ΜΟΥ ΤΑ ΓΚΕΜΙΑ Ο ΕΡΩΤΑΣ ΜΕ ΣΠΙΡΟΥΝΙΖΕΙ]
Βαστώντας μου τα γκέμια ο Έρωτας με σπιρουνίζει·
τρομάζει, καλοπιάνει την καρδιά μου· την παγώνει
και τη φλογίζει· με καλεί, με σπρώχνει· με σιμώνει,
με διώχνει· πότε φόβο, πότε ελπίδες με γεμίζει·
επάνω με ανεβάζει και κάτω με σφεντονίζει,
σαν χάσω πια τα χνάρια και το δρόμο. Σαν αγχόνη
φοβάμαι το δεσμό της ζωής που πνίγει και σκοτώνει
τον όλβο, πριν καν γεννηθεί. Στον νου μου τριγυρίζει
μια σκέψη φιλική, που διασκεδάζει την απάτη
και θέλει να διαβώ ροές ρυάκων που σχηματιστήκαν
από δακρύων ρανίδες για τον αιώνιο βίο. Ωθώντας
τα βήματά μου σθένη αλλούτερα, στο ρεύμα μπήκαν·
μα εγώ διαλέγω έν’ άλλο να διαβώ, άγριο μονοπάτι –
αργό κι επώδυνο να ρθεί το τέλος μου ποθώντας.
221 [: ΠΟΙΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ, ΠΟΙΟ ΓΚΟΥΒΕΡΝΟ ΚΑΙ ΠΟΙΑ ΠΛΑΝΗ]
Ποιό πεπρωμένο, ποιό γκουβέρνο και ποιά πλάνη
με στέλνουν άοπλον τελείως να πολεμήσω;…
να νικηθώ και πάλι;… Θαύμα θά ’ναι, πίσω
αν έλθω· κι αν χαθώ, της μοίρας θά ’ν’ φιρμάνι.
Πλην ο χαμός μου κέρδος μάλλον είναι, σαν οι
γλυκιές φωτιές του βλέμματός της πώς να ζήσω
με μάθαν μέσα στην πυρά, τυφλός, στο γείσο
του πόνου χρόνους είκοσι αφημένος. Φτάνει
ν’ ακούσω τους αγγέλους του θανάτου χαίρο-
ντες, σαν ιδώ το λάμπρος των αγαπημένων
ματιών της να με λούζει με αστραπές. Τον Έρω-
τα δέχομαι που με λαβώνει πεθαμένον·
τον νου μου χάνω τότε και τί λέω δεν ξέρω –
η γλώσσα μου όντως αγνοεί το όντως συμβαίνον.
292 [: ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΠΟΥ ΜΕ ΤΟΣΟ ΠΑΘΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΣΑ]
Τα μάτια, που με τόσο πάθος τραγουδούσα·
τα μπράτσα και τα χέρια και τα πόδια και η όψη
που μ’ είχαν (και μαζί και μόνα) στα δύο κόψει
και ξένος μες στον φίλιο κόσμο επερπατούσα·
η κόμη (ο χρυσαφένιος ρύακας) που εκοιτούσα·
του αγγελικού της γέλιου η αστραπή, στα σώψυ-
χα μέσα που τον ουρανό έφερνέ μου σό-
ψιον, λίγη στάχτη είναι πια: η Καλλονή είναι α π ο ύ σ α.
Εγώ όμως ζω, στον πόνο μέσα και στη θλίψη·
χωρίς το φως, που τόσο ελάτρευα, έχω μείνει
– με σάπιο ξύλο σε φουρτούνα μόνος. Τα ύψη
της λύρας τής ερωτικής τα καταπίνει
ο θρήνος, που έως τρυγός τη φλέβα μού έχει στύψει
– απότιστο το πνεύμα, και άμουσο πια, σβήνει.
ΡΥΑΚΙ Ή ΛΙΜΝΗ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕΝ, ΟΥΡΣΕ, Ή ΡΕΥΜΑ
Ρυάκι ή λίμνη δεν υπήρχεν, Ούρσε, ή ρεύμα
ή θάλασσα, όπου τα ποτάμια τα νερά τους
εκβάλλουν, ή καν ίσκιοι μάντρας, και ψηλά τους
νεφέλες ξαπλωτές γιομάτες βρόχιο χεύμα,
ούτε άλλο εμπόδιο πουθενά, να κάνουν νεύμα,
τα μάτια της να μην κοιτώ, το ξάστραμμά τους,
ε κ τ ό ς από το βέλο εκείνο, που η Κυρά τους
εφόρειε, ε γ ώ να γεύομαι του πόνου γεύμα.
Κι εκειό το γέρσιμο του βλέμματός της φτάνει,
σεμνό ή περήφανο, μια μαύρη νά ’ρθει μέρα,
φριχτή, και πριν της ώρας μου να με πεθάνει.
Μα πιο πολύ, θαρρώ το χέρι-περιστέρα
της Δόννας δίνει μου τον πόνο, ωσάν δρεπάνι
στα μάτια μου όταν μπρος υψώνεται ή σαν ξέρα.
(μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής)
Για τους μαθητές της ομάδας κινηματογράφησης του κύριου Φιλιού, προτείνουμε τα εξής:
Μια ιδέα είναι να γράψουμε μιαν ιστορία αγάπης (Λάουρα και Πετράρχης, Βεατρίκη και Ντάντε, και ούτω καθ'εξής...) όπου δύο σύγχρονοι νέοι θα επισκέπτονται τη Φλωρεντία και θα "περνούν", τρόπον τινά, σε μιαν άλλη διάσταση, "εποχής", βιώνοντας με τις δικές τους αισθήσεις τη γοητεία του πλατωνικού έρωτα. Αυτό μπορεί να διανθίζεται από μουσική, κοστούμια εποχής (καπέλα, κοσμήματα, αξεσουάρ , κλπ) και η ομάδα κινηματογράφησης του κύριου Φιλιού θα αναλάβει να πάρει τα κατάλληλα πλάνα βάσει σχεδιασμού, ώστε μετά να μονταριστεί το σύνολο του υλικού βάσει του προδιαγεγραμμένου σεναρίου που θα γράψετε μόνοι σας, με τη βοήθειά μου.
Το σενάριο μπορεί να βασιστεί στα εξής:
Ο Francesco Petrarca και η Laura de Noves (ή Laure de Sade, από το επίθετο του συζύγου της). 'Εργο της Βενετσιάνικης Σχολής. The Ashmolean Museum of Art and Archaeology.
Το 1327, ο Francesco Petrarca αντικρύζει στην εκκλησία Sainte-Claire d’Avignon τη Laurα de Noves και την ερωτεύεται κεραυνοβόλα.
Σκεφτείτε αν κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί και σήμερα (και μάλιστα μέσα σε μιαν εκκλησία!)
Ritratto di sei poeti toscani, έργο του ιταλού ζωγράφου Giorgio Vasari (1544). Minneapolis Institute of Art. Οι δαφνοστεφείς ποιητές και φιλόσοφοι που απεικονίζονται είναι οι Dante Alighieri (καθιστός), Francesco Petrarca (δίπλα του), Guido Cavalcanti, Giovanni Boccaccio, Marsilio Ficino καθώς και ο φιλόσοφος της πλατωνικής σχολής Cristoforo Landino
Πάνω στο χειρογραφό του για τον Βιργίλιο, ο Πετράρχης είχε σημειώσει την εντύπωση που του προκάλεσε η συναντησή του με την Λάουρα. Να τα λόγια του: "Η Laura, που φημιζόταν για την αρετή της, και που τόσο πολύ ύμνησα στα ποιήματά μου, εμφανίστηκε στα μάτια μου για πρώτη φορά στον ανθό της νεότητάς μου, εν έτει 1327, στις 6 Απριλίου το πρωί στην εκκλησία Sainte-Claire d'Avignon."
Σκεφτείτε τη sequance μιας ταινίας που θα μπορούσε να βασίζεται σε ένα σύγχρονο ειδύλλιο αυτού του είδους, δηλαδή του πλατωνικού.
Στο ίδιο βιβλίο, ο Πετράρχης εκμυστηρεύεται στον αναγνώστη του τη θλίψη που του προκάλεσε ο θάνατος της Laura : βρισκόταν στην Πάρμα στις 19 Μαίου 1348, όταν πληροφορήθηκε πως η Λάουρα είχε πεθάνει από πανούκλα στις 6 Απριλίου 1348 και πως την είχαν θάψει την ίδια κιόλας μέρα στην εκκλησία Des Cordeliers μετά τον εσπερινό. Σκεφτείτε πόσο τρομακτικό μπορεί να γίνει τώρα το σενάριό σας.
Βαθιά θλιμμένος από το λυπηρό αυτό γεγονός, ο Πετράρχης έγραψε κάποιες σκέψεις πάνω σε ένα φύλλο χαρτί και για να κρατήσει για πάντα ζωντανή την ανάμνηση μιας τόσο μεγάλης απώλειας, που επρόκειτο να τον απομακρύνει εντελώς από τον κόσμο, κόλλησε το χαρτί αυτό στο ξύλο της βιβλιοδεσίας του Βιργίλιού του που είχε συχνά μπροστά στα μάτια του. Αυτό είναι τόσο ρομαντικό! Τι θα έκανε ένας σύγχρονος άνθρωπος ώστε να μην ξεχάσει ποτέ την αγαπημένη του; Σκεφτείτε μια σεναριακή λύση για το δύσκολο αυτό θέμα.
Ο Tommasini διαβεβαιώνει πως ήταν η συνήθεια τότε να γράφεις πάνω στο πιο διαβασμένο σου βιβλίο αυτά που ήθελες κάποιες φορές να θυμάσαι." (Mémoires pour la vie de François Pétrarque, tirés de ses oeuvres et des auteurs contemporains, του Jacques François Paul Aldonce de Sade). Σκεφτείτε, λοιπόν, κάτι αντίστοιχο. Πώς απαθανατίζω έναν έρωτα που τον θεωρώ χαμένο;
Η προμετωπίδα του βιβλίου του Πετράρχη για τον Βιργίλιο με τη μινιατούρα του Simone Martini. Bibliothèque Ambrosienne de Milan.
San Giorgio battezza re Sevio (1376), τοιχογραφία του Altichiero da Zevio, όπου απεικονίζονται ο Francesco Petrarca και ο φίλος του Lombardo della Seta. Padova, Oratorio di San Giorgio
fresco πάνω σε ξύλο του Andrea del Castagno (1450)
Η κατοικία του Francesco Petrarca στην γενέτειρά του, το Arezzo.
Arquà Petrarca, ο μικρός δήμος της επαρχίας της Πάντοβας, όπου έζησε ο Francesco Petrarca τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Η Laure de Noves, η μικροπαντρεμένη (στα 17 της) σύζυγος του μαρκήσιου Hugo de Sade, πρόγονος του γνωστού marquis de Sade. Σύμφωνα με κάποιες πρόσφατες θεωρίες, ο πλατωνικός έρωτας του ποιητή για τη Laure de Noves δεν ήταν παρά ένας ποιητικός μύθος.
Αυτό σημαίνει πως υπάρχει η πιθανότητα να είναι όλο ένα σενάριο.
Δεν είναι πολύ ενδιαφέρον;
Κι αν η Λάουρα του δικού σας σεναρίου δεν υπάρχει; Αν είναι επινόηση του σεναριογράφου; Αν είναι όνειρο;
Πώς δείχνουμε ένα όνειρο σε μια ταινία;
Φαίνεται όμως πως όσοι πιστεύουν πως ο έρωτας του Φραντσέσκο Πετράρκα και της Λάουρα είναι ένας μύθος κάνουν λάθος. Διαψεύδονται από ένα γράμμα του Francesco Petrarca στον Giacomo Colonna, γραμμένο το 1338 : Να τι έλεγε το γράμμα:
"Υπήρξε κατά το παρελθόν μία γυναίκα με εξαιρετική ψυχή, γνωστή για την αρετή και την ευγενή καταγωγή της, της οποίας η λάμψη εκθειάστηκε και το ονομά διαδώθηκε ευρέως από τους στίχους μου. Η φυσική κι ανεπιτήδευτη χάρη της, όπως και η γοητεία της σπάνιας ομορφιάς της, σκλάβωσαν κάποτε τη ψυχή μου. Επί δέκα χρόνια, είχα σηκώσει το εξαντλητικό βάρος των αλυσσίδων της πάνω στο σβέρκο μου, θεωρώντας ανάξιο πως ένας γυναικείος ζυγός μπόρουσε να μου επιβάλλει για ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα έναν τέτοιον εξαναγκασμό." (Epistolæ metricæ, I).
ΌΠΩΣ ΚΑΙ ΝΑ'ΧΕΙ ΠΑΝΤΩΣ, Ο ΠΕΤΡΑΡΧΗΣ ΠΟΤΕ ΤΟΥ ΔΕΝ ΠΛΗΣΙΑΣΕ ΤΗ ΛΑΟΥΡΑ, ΠΟΤΕ ΤΟΥ ΔΕΝ ΤΗΣ ΜΙΛΗΣΕ, ΠΟΤΕ ΤΟΥ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΔΕΝ ΤΗ ΓΝΩΡΙΣΕ.
Δεν σας θυμίζει κάποια γνωριμία που γίνεται μέσω ενός chat room;
Κι εκεί δεν δημιουργούμε μιαν ιδανική εικόνα μιας γυναίκας, χωρίς στην ουσία να την έχουμε γνωρίσει εκ του φυσικού;
Ο έρωτας που γεννιέται στο διαδίκτυο δεν είναι εξίσου πλατωνικός και παραπλανητικός;
Κάποιες απεικονίσεις της Λάουρα, λοιπόν.
La Bella Laura del Petrarca. Δύο σχέδια του χαράκτη Wenceslas Hollar.
Φτιάξτε τη δική σας, σύγχρονη Λάουρα.
Σχεδιάστε την. Ζωγραφίστε την. Γράψτε ένα ποίημα γι'αυτήν. Μαγειρέψτε ένα φαγητό για να την καλέσετε σε δείπνο.
Αγοράστε της ένα κόσμημα ή φτιάξτε μόνος σας ένα στολίδι για τα μαλλιά της.
Η συνάντηση του Francesco Petrarca και της Laura στα σκαλιά της εκκλησίας.
Στο σενάριό σας μπορείτε να διαλέξετε μιαν εκκλησία της Φλωρεντίας, μιας και δεν θα βρεθούμε άμεσα στην Αβινιόν της Γαλλίας.
Ο Πετράρχης στην πηγή της Vaucluse (σχέδια του ελβετού ζωγράφου Arnold Boecklin)= "Εδώ δημιούργησα τη Ρώμη μου, την Αθήνα μου, την πατρίδα μου." Εγκαταλείποντας την Avignon -την πόλη που δέχτηκε την οικογενειά του όταν εξορίστηκε από την Ιταλία- είτε επειδή δεν του άρεσε, είτε επειδή δεν βρήκε ανταπόκριση εκεί στον ερωτά του, o Francesco Petrarca αναζήτησε καταφύγιο στη Fontaine de Vaucluse, ένα μικρό χωριό στις όχθες του γαλλικού ποταμού Sorgue. Εκεί μετέφερε τη βιβλιοθήκη του και άρχισε να διαμορφώνει τα σημαντικότερα ποιητικά και λογοτεχνικά του έργα. Αυτά που επηρέασαν τον Μίλτον, τον Γούντσγουωρθ, τον Ροσέτι, ακόμη και τον Σαίξπηρ!!!
Αριστ., η Λάουρα στη Villa Torlonia, Ρώμη. Φωτ. Stefano Bolognini. Βλ. Wikimedia Commons. Δεξ., Laura e il Poeta, τοιχογραφία στην κατοικία του Francesco Petrarca από άγνωστο ζωγράφο.
'Ενα "petrarchino" (το Il Canzoniere) στα χέρια της διάσημης ποιήτριας της Αναγέννησης Laura Battiferri. 'Εργο του Angelo Bronzino (1550 -1555). Palazzio Vecchio της Φλωρεντίαs . ΠΕΤΡΑΡΚΙΝΟ προτείνω να είναι και ο τίτλος της ταινίας σας.
SEI TRIONFI
Ο Θρίαμβος της Αγνότητας. Οι 'Εξι Θρίαμβοι του Francesco Petrarca είναι ένα αλληγορικό ποίημα που αποτελεί τη συνέχεια του Canzoniere, μετουσιώνοντας τον έρωτα του ποιητή για τη μούσα του σε μία πνευματική διαθήκη. H Αγνότητα υπερβαίνει τον 'Ερωτα, ο Θάνατος τον 'Ερωτα, η Φήμη τον Θανατο, ο Χρόνος τη Φήμη και η Αιωνιότητα τον Χρόνο. ΠΟΛΛΑ ΘΕΜΑΤΑ σύγκρουσης για το σενάριό σας, λοιπόν! Κάποιος μπορεί, ως αλληγορία, να ντυθεί Έρωτας, κάποιος Θάνατος, κάποιος Χρόνος, μια μαθήτρια να ντυθεί Φήμη και μια άλλη Αιωνιότητα. Και αυτά τα πρόσωπα θα μπορούσαν να συμμετέχουν στη δράση, σαν σε όνειρο...
Για μουσική υπόκρουση του φιλμ προτείνουμε το σονέτο του Franz Liszt, Petrarch sonnet 104, από τη συλλογή Années De Pélerinage. (μπορείτε να το αναζητήσετε σε ερμηνεία του Vladimir Horowitz). Επίσης, το επιθυμητό θα ήταν να σας φέρω ποιήματα του Πετράρχη ώστε να τα μελοποιήσετε εσείς οι ίδιοι. ΜΠΟΡΕΙΤΕ, ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, ΝΑ ΓΡΑΨΕΤΕ ΕΝΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟ INTERMEZZO!
Εδώ σας υπενθυμίζω πως το intermezzo, κατά την ιταλική αναγέννηση, ήταν θεατρική παράσταση ή θέαμα με μουσική και (συχνά) χορό. Παιζόταν μεταξύ των πράξεων ενός θεατρικού έργου με αφορμή τον εορτασμό διαφόρων περιστάσεων ( πχ ένα γάμο) μέσα στις ιταλικές αυλές (courts). To ιντερμέδιο ήταν ένας από τους σημαντικούς προγόνους της όπερας. Ιντερμέδια γράφονταν και παίζονταν από το 15ο έως το 16ο αιώνα. Η περίοδος της μεγάλης τους ακμής ήταν ο 16ος αιώνας. Μέσα στο 17ο αιώνα το ιντερμέδιο συγχωνεύτηκε με την όπερα, παρόλα αυτά συνέχισαν να χρησιμοποιούνται στα κενά μεταξύ των πράξεων της όπερας, αλλά και μη μουσικών έργων.
Γιατί λοιπόν να μην υπάρχει στο έργο που θα φτιάξετε ένα ιντερμέδιο, που θα μιλά για τον έρωτα;
Για σκεφτείτε το...
Νίκος Ξένιος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου